Το πρώτο βιβλίο της Μπανάνα Γιοσιμότο που διάβασα ήταν αυτό. Το τελευταίο, το ίδιο. Ανάμεσα στις δύο αναγνώσεις μεσολάβησαν δεκατρία, νομίζω, χρόνια, κι αυτό επειδή το δάνεισα σε κάποιον/α κάποτε και όπως πάντα ξέχασε -όποιος/α κι αν ήταν- να το επιστρέψει. Έτσι, όταν το ξαναπήρα χθες στα χέρια μου, στην αγγλόφωνη αυτή τη φορά έκδοση, το άνοιξα λες και δεν το είχα διαβάσει ποτέ ξανά. Και όντως, έτσι ένιωσα με την πρώτη νουβέλα, το Kitchen αφού δε θυμόμουνα καθόλου την ιστορία της. Η δεύτερη όμως, το Moonlight Shadow, ήταν όπως φαίνεται καλά χαραγμένη στο μυαλό μου, αφού τη θυμόμουνα με κάθε λεπτομέρεια.
Η Γιοσιμότο και σ’ αυτό το βιβλίο μιλά με λόγια απλά και δίχως να αμπελοφιλοσοφεί για τα αγαπημένα της θέματα, τον έρωτα και το θανάτου. Η απώλεια και εδώ παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο, είναι ο πόλος γύρω από τον οποίο περιστρέφονται οι ζωές και τα συναισθήματα των ηρώων της.
Το Kitchen είναι η ιστορία μιας κοπέλας που βλέπει το ένα μετά το άλλο τα μέλη της οικογένειάς της να πεθαίνουν, μέχρι που κάποια μέρα ξυπνά για ν’ αντιληφθεί ότι είναι εντελώς μόνη. Δεν έχει κανένα άνθρωπο κοντά της και η μοναξιά κι η λύπη αρχίζουν να τρομοκρατούν το είναι της, να του φωνάζουν τα αδιέξοδα στα οποία έχει φτάσει. Ωστόσο, η μοίρα, παρόλο τον πόνο που την πότισε για χρόνια και χρόνια, αυτή τη φορά θα θελήσει να της φερθεί ευγενικά, να τη σώσει απ’ τα φαντάσματά της και να τη βοηθήσει να ξεκινήσει μια καινούρια ζωή. Τον από μηχανής θεό της θα τον βρει στο πρόσωπο του Yoichi, ενός νεαρού που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τη γιαγιά της (το τελευταίο μέλος της οικογένειας που αποχαιρέτισε τα εγκόσμια) και της μητέρας του, της Έρικο. Η Έρικο προτού γίνει η μητέρα του πρώτου ήταν ο πατέρας του, που μετά από το θάνατο της συζύγου του αποφάσισε ν’ αλλάξει φύλλο, αφού ήταν σίγουρος ότι δεν επρόκειτο ν’ αγαπήσει άλλη γυναίκα τόσο πολύ ξανά. Η Mikage στα πρόσωπα αυτών των δύο, στο σπίτι των οποίων μετακομίζει, θα γνωρίσει για πρώτη φορά στ’ αλήθεια τη σημασία της λέξης οικογένεια. Ωστόσο, ο θάνατος κάπου καραδοκεί και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να χτυπήσει, σκορπώντας στο άνεμο όποια αχνάρια χαράς απομένουν στις ζωές των πρωταγωνιστών. Αυτή τη φορά όμως δε θα αφήσει πίσω του μόνο συντρίμμια, αλλά και μια αποφασιστικότητα για τη ζωή, θα ξυπνήσει αποκοιμισμένες επιθυμίες, θα δώσει στον αυθορμητισμό πρόσφορο έδαφος για να εκδηλωθεί, για να μην αφήσει άλλο τις ψυχές να παραδέρνουν στις μέσα τους κολάσεις.
Το μεταφυσικό παίζει σημαντικό ρόλο στο Moonlight Shadow. Και σ’ αυτή τη νουβέλα ο θάνατος είναι η αφορμή. Σ’ ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα πεθαίνουν δύο νέοι άνθρωποι, αφήνοντας πίσω τους άλλους δύο, να θρηνούν μέρα και νύχτα, ο καθένας με το δικό του τρόπο, για τον άδικο χαμό τους. Η ζωή τους φέρθηκε απροσδόκητα σκληρά, κι αυτό ακριβώς το γεγονός είναι που τους φέρνει πιο κοντά, αφού νιώθουν ότι μοναχά αυτοί οι δυο μπορούν να καταλάβουν ο ένας τον άλλο. Η κοπέλα θρηνεί έναν εραστή. Το αγόρι, μια ερωμένη κι έναν αδελφό. Σα μια μελαγχολική μπαλάντα είναι η ζήση τους μέχρι που κάποια αυγή τα γεγονότα παίρνουν μια αναπάντεχη στροφή, μέχρι που οι νεκροί συναντούν τους ζωντανούς και οι βαμμένοι στο αίμα δεσμοί λύνονται. Τότε τα πράγματα αρχίζουν να μοιάζουν πιο φωτεινά, η θλίψη γίνεται λίγο πιο ανεκτή, κι η ζωή εκεί έξω αρχίζει να φωνάζει το παρόν της.
Ως συνήθως η Γιοσιμότο τα λέει όλα όμορφα κι απλά μέσα σε λίγες μόνο σελίδες, εκεί όπου άλλοι ομότεχνοί της στη Δύση, με τέτοια αβανταδόρικα θέματα, θα έγραφαν τόμους και τόμους. Ακόμη και το υστερόγραφο στην παρούσα έκδοση μοιάζει να κλείνει το μάτι στον αναγνώστη και να του λέει: «Εγώ απλά γράφω ιστορίες. Σ’ ευχαριστώ που τις διαβάζεις». Εξαιρετική.
Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment